Διαβάστε το σε 5 λεπτά

Αναζήτηση εργασίας και αναζήτηση προσωπικού: η σημασία της ευθύνης

Η εστίαση και ο τουρισμός είναι δύο από τους πέντε πιο δυναμικά αναπτυσσόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Ωστόσο, παρά την επέκτασή τους φαίνεται ότι υπάρχουν ακόμα εργοδότες και εργαζόμενοι που αντιμετωπίζουν τις συναφείς θέσεις εργασίας χωρίς τον απαιτούμενο σεβασμό. Αλλάζουν, και αν ναι, πώς μπορούν να αλλάξουν περαιτέρω οι αντιλήψεις για τους επαγγελματίες των κλάδων αυτών;

Aπό τον ερασιτεχνισμό στον επαγγελματισμό

Την περίοδο της οικονομικής κρίσης το τοπίο στην εστίαση και τον τουρισμό αλλάζει με εντυπωσιακούς ρυθμούς. Μετά την πρώτη τετραετία (2008-2012) και τη συρρίκνωση των κλάδων, ακολουθεί μια οκταετία συνεχούς ανάπτυξης που θα φέρει τις επιχειρήσεις του τουρισμού και της εστίασης στις πρώτες θέσεις της ελληνικής οικονομίας ως προς των αριθμό των επιχειρήσεων, το ρυθμό αύξησής τους και τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούν. Το 2016, για παράδειγμα, δραστηριοποιούνται σχεδόν 500.000 επιχειρήσεις στον κλάδο της εστίασης, όταν για το έτος 2008, πριν την έναρξη της κρίσης, ο αριθμός ήταν λίγο μεγαλύτερος από 300.000. Όπως είναι λογικό, ένα σημαντικό κομμάτι του νεανικού, οικονομικά ενεργού, πληθυσμού επιλέγει την ίδια περίοδο την τεχνική εκπαίδευση στα συναφή επαγγέλματα, προκειμένου να ακολουθήσει μια επαγγελματική σταδιοδρομία στους πιο δυναμικά αναπτυσσόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Οι νέοι επαγγελματίες φαίνεται ότι δεν θεωρούν την απασχόληση στον τουρισμό και την εστίαση ευκαιριακή. Αντιθέτως, μπαίνουν στην αγορά από πολύ μικρή ηλικία και απασχολούνται σε πολύ απαιτητικές συνθήκες. Η Χριστίνα ξεκίνησε να δουλεύει στα 15 της και όπως μας είπε:

«Μου άρεσε που κέρδισα την ανεξαρτησία μου και είχα τα δικά μου χρήματα. Εντάξει, ήταν ζόρικο να πηγαίνω σχολείο και να δουλεύω το βράδυ, αλλά μπήκα πολύ δυναμικά στο χώρο και τον έμαθα πολύ καλά. Από τα 15 μέχρι τα 18 μου δούλευα στην Καλαμάτα και στα 18 ήρθα στην Αθήνα. Στα 20 αποφάσισα να κάνω σεζόν στη Μύκονο. Πέρασα υπέροχα. Η Μύκονος ήταν μεγάλο σχολείο, άλλου τύπου απαιτήσεις, όγκος δουλειάς και πίεση. Αλλά ποτέ δεν με χάλασε αυτό. Επειδή είμαι αθλήτρια μου αρέσει να δουλεύω υπό πίεση. Παράλληλα, σπούδαζα τουριστικές επιχειρήσεις. Δούλεψα για ένα μικρό χρονικό διάστημα σε ξενοδοχείο, αλλά με κέρδισαν οι καλύτερες απολαβές του σερβιτόρου. Οι σπουδές με βοήθησαν πάρα πολύ στη δουλειά μου. Τα αγγλικά μου βελτιώθηκαν, τα τεχνικά σκιλς ανέβηκαν επίπεδο, γενικά είμαι πολύ ευχαριστημένη από τις σπουδές μου στο ΙΕΚ Δέλτα. Τα πιο πολλά πράγματα, βεβαίως, τα έμαθα δουλεύοντας.»

Όπως μας ανέφερε ο Γιώργος Κρυστάλλης, συνιδιοκτήτης του Bootleg Athens «(με την κρίση) Οι πελάτες γίνανε πιο απαιτητικοί και αυτό ώθησε όλους τους επιχειρηματίες να γίνουν πιο αυστηροί με τους εαυτούς τους και το προϊόν που προσφέρουν. Επίσης, αυξήθηκε το επίπεδο επαγγελματισμού όσων απασχολούνται στην εστίαση. Πιστεύω ότι για όλους μας έγινε επιτακτική η ανάγκη να γίνουμε καλύτεροι. Καλύτεροι όχι σε σύγκριση με κάποιον άλλον, αλλά σε σύγκριση με τον εαυτό μας. Ο έντονος ανταγωνισμός δεν σου επιτρέπει να μείνεις στάσιμος. Οι επιλογές είναι τόσο πολλές, ακόμα και σε επίπεδο συνοικίας, που πρέπει να δίνεις τον καλύτερο εαυτό σου για να κερδίσεις τον πελάτη σου. Καθημερινά πρέπει να βλέπεις τι γίνεται γύρω σου, ώστε όταν τελειώνεις τη μέρα σου, να μπορείς να πεις ότι “έφτιαξα κάτι ωραίο”.»

Το μεγάλο παράδοξο, ωστόσο, είναι ότι μέχρι το 2017 η χώρα δεν διέθετε τμήμα ανώτατης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης τουριστικών επαγγελμάτων. Μέχρι τότε, το σκανδαλώδες αυτό κενό αυτό καλυπτόταν από πολλούς και διαφορετικών επιπέδων φορείς: Επαγγελματικά Λύκεια, Σχολές Μαθητείας, δημόσια και ιδωτικά ΙΕΚ, Ανώτερες Σχολές Τουρισμού, Ιδιωτικά Κολλέγια, ΤΕΙ.

Οι αδράνειες

Παρά τη σημαντική επέκταση των δύο κλάδων και την «επαγγελματικοποίηση» των συναφών επαγγελμάτων, τόσο σε επίπεδο σπουδών όσο και επιλογής επαγγέλματος, παρατηρείται ακόμα και σήμερα μια αδράνεια εκ μέρους κάποιων εργοδοτών και κάποιων εργαζομένων του κλάδου.

Οι μεν εργοδότες, ειδικά όταν προσπαθούν να καλύψουν θέσεις εποχιακής απασχόλησης, δεν κάνουν προσλήψεις με χρονικό ορίζοντα. Κάθε χρόνο, επιλέγουν διαφορετικά άτομα για τις ίδιες θέσεις και δεν φροντίζουν να χτίσουν πάνω σε μια ομάδα που θα εκπαιδευτεί την πρώτη χρονιά, θα μάθει τις ανάγκες και τις ιδιαιτεροτητες της επιχείρησης και θα επιστρέφει κάθε επόμενη σεζόν καλύτερα προετοιμασμένη και περισσότερο «δεμένη». Αυτή η επιλογή έχει να κάνει τόσο με τον πρόχειρο προγραμματισμό του recruiting όσο και με την λανθασμένη εκτίμηση του αθέατου κόστους των επαναλαμβανόμενων άστοχων επιλογών σε επίπεδο ανθρώπινων πόρων. Σε επίπεδο recruiting, δεν εφαρμόζονται οι κανόνες και οι διαδικασίες μιας μοντέρνας αντίληψης του HR. Οι εργοδότες ξεκινούν τη διαδικασία αναζήτησης προσωπικού έναν ή δύο μήνες πριν την έναρξη της σεζόν με αποτέλεσμα να μην έχουν αρκετό χρόνο στη διάθεσή τους για να κάνουν σωστές επιλογές. Όταν ο χρόνος πιέζει, δεν μπορεί κανείς να αξιολογήσει έναν υποψήφιο μέσα από μια διαδικασία που έχει τρία ή και τέσσερα στάδια. Κάνει μία συνέντευξη και επιλέγει χωρίς να έχεις επαρκή πληροφορία και χωρίς να έχει διαπραγματευτεί με τον υποψήφιο. Σε επίπεδο κόστους, ο υπολογισμός του γίνεται με πολύ περιορισμένα κριτήρια, δηλαδή το εξής ένα: ποιος θα είναι ο μισθός του εργαζόμενου. Ωστόσο, οι άστοχες επιλογές ανθρώπινου δυναμικού έχουν πολλά επιπλέον κόστη για τον εργοδότη: μεγαλύτερες περιόδους εκπαίδευσης, αδυναμία πώλησης του προϊόντος, μη ικανοποιημένοι πελάτες, λιγότεροι repeaters. Όλα τα παραπάνω είναι συσσωρευμένες αθέατες ζημιές που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην επιλογή του εργαζομένου.

Όσον αφορά τους εργαζόμενους, υπάρχει μια κατηγορία που, ενώ επιλέγει την επαγγελματική σταδιοδρομία στην εστίαση ή/και τον τουρισμό, δεν σέβεται την επιλογή του και την επαγγελματική του ταυτότητα. Πρόκειται κυρίως για ανθρώπους νεαρής ηλικίας, που δεν έχουν αναπτύξει επαρκώς την αίσθηση της ευθύνης. Ένα παράπονο που δεχόμαστε κατά καιρούς στο MyJobNow, είναι ότι κάποιοι υποψήφιοι δεν εμφανίζονται στα ραντεβού για συνέντευξη που έχουν κανονίσει. Όταν αυτό το φαινόμενο επαναλαμβάνεται ο εργοδότης τήνει να σχηματίσει μια εικόνα για το σύνολο των εργαζομένων: θα πει, γενικά, ότι οι άνθρωποι που δουλεύουν στο χώρο δεν είναι αρκετά σοβαροί.

Συνεπώς, αυτές οι δύο κατηγορίες εργαζόμενων και εργοδοτών οφείλουν να εξετάσουν πιο προσεκτικά τις επιλογές τους και να αναλάβουν την ευθύνη αυτών των επιλογών. Εάν ο καθένας αναλογιστεί τι κάνει και τι δεν κάνει σωστά και συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει μια αφηρημένη έννοια του εργαζόμενου, και αντίστοιχα του εργοδότη, που έχει παγιωμένα και αναλλοίωτα χαρακτηριστικά, αλλά εργαζόμενοι και εργοδότες που είναι περισσότερο ή λιγότερο σοβαροί στην επαγγελματική τους ζωή, τότε θα δημιουργηθεί ένα πεδίο συνεννόησης και όχι αμοιβαίας καχυποψίας.

Διαβάστε ακόμα: